είμαι αλλού
[ˈime aˈˈlːu]
Φράση

Δεν μπορώ να συγκεντρωθώ και να σκεφτώ αυτό που πρέπει τη συγκεκριμένη στιγμή.


Παραδείγματα

Είμαι αλλού, μη μου μιλάτε, είμαι αλλού, μη με ρωτάτε, βλέμμα τρελού, τι με κοιτάτε, είμαι αλλού, είμ’ αλλού. (http://www.stixoi.info)


Είμαι αλλού σήμερα, δεν μπορώ με τίποτα να παρακολουθήσω το μάθημα.

Παρατηρήσεις (γλωσσικές)

κορίτσια-με-τη-σκέψη-της-φυσα-ί-ας-30321933

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.