Τα κάνω σκατά, δεν ανταποκρίνομαι με επιτυχία σ'αυτό που κάνω.


Παραδείγματα

 Εσκάτωσά τα πάλε στις εξετάσεις, ο βαθμός μου ήταν κάτω που τη βάση.


Επροσπάθησα να μαγειρέψω και εσκάτωσα τα, εκάηκε το φαΐ!


Ενόμιζε ότι εμπόρεν να τα κάμει καλύτερα, αλλά τελικά εσκάτωσεν τα!


1479096_589553267777905_533819446_n

Παρατηρήσεις (γλωσσικές)

Στην κοινή ελληνική, εκτός από το σκατώνω, υπάρχουν και πολλά άλλα αντίστοιχα: τα κάνω θάλασσα / κώλο / μαντάρα / μουνί...

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.