βρασ̌ιόλιν[vɾaʃólin]Ουσιαστικό, ουδέτερο ΠαράδειγμαΜεγεθυντικά: βρασ̌ιόλα. ΣημειώσειςΜεγεθυντικά: βρασ̌ιόλα.