κάμνει μου/σου... κλικ
Ουσιαστικό
Ουσιαστικό
Μου κινεί το ενδιαφέρον, με εντυπωσιάζει θετικά.
Παραδείγματα
Μόλις την είδα έκαμεν μου τζ̌ίνο το κλικ τζ̌αι είπα 'τούτη εν η γυναίκα της ζωής μου'.
«Aν δέ μου κάμει τζ̌ίνο το κλικ έν μπορώ να ανταποκριθώ στο φλερτ του.»
Προέλευση
Προέρχεται απο το γαλλικό clic όπου είναι ηχομιμητική λέξη.
Σημειώσεις
Το κλικ είναι ουδέτερο άκλιτο.