κάμνω τα πίλιες
Φράση
Φράση
Μπερδεύομαι, τα κάνω θάλασσα, αποτυγχάνω.
Παράδειγμα
Εγώ πάντα στις εξετάσεις κάμνω τα πίλιες, ποττέ εν ιγράφω.
Τσακώνομαι με κάποιον, γίνομαι μπίλιες.
Παράδειγμα
Εκάμαμε τα πίλιες με την Μαρία, ετσακκωθήκαμε, τζ̌αι εχάλασαμε τζ̌αι την παρέα.
Σημειώσεις
Σημαίνει ο,τι περίπου και το νεοελληνικό: τα έκανα θάλασσα, τα έκανα μαντάρα.