σακκούλλιν[sakʰːúlːin]Ουσιαστικό, ουδέτερο ΠαράδειγμαΥποκοριστικά: σακκουλλούδιν, σακκουλλούιν. ΣημειώσειςΥποκοριστικά: σακκουλλούδιν, σακκουλλούιν.