σ̌ελιόνιν
Ουσιαστικό, ουδέτερο

Αυτός που είναι υπερβολικά αθώος και άδολος , τόσο που καταντάει ανόητος, ο αγαθιάρης.


Παράδειγμα


Συνώνυμα:

βλήμμαν, βλήμα

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.