παττίχα
Ουσιαστικό, θηλυκό
Ουσιαστικό, θηλυκό
Το καρπούζι, ο καρπός της καρπουζιάς.
(μτφ.) Το άδειο και ανόητο κεφάλι, η κεφάλα.
(στο ποδόσφαιρο) Η τρίπλα κάτω από τα πόδια ενός αντίπαλου παίχτη, η ποδιά.
Παράδειγμα
Ο μπακ μας ο δεξής εν για τα κάτσαρα! Είδες ίντα παττίχαν του εταΐσαν;
Παρατηρήσεις (γλωσσικές)
Με τη μεταφορική σημασία, η λέξη χρησιμοποιείται σε διάφορα σύνθετα και εκφράσεις, π.χ. χάννει η παττίχα σου σημαίνει "δεν πας καλά".
Νομίζω δεν βρήκα τη φράση. Ή μήπως έχει καταχωρηθεί σε άλλο λήμμα;
Εν πολλά φτανή η παττίχα σου!
Όχι, δεν έχει καταχωρηθεί, αν θέλετε μπορείτε να την προσθέσετε εσείς, αν δεν θέλετε μπορούμε να το κάνουμε για σας. Ευχαριστούμε πολύ!