ψαθίν[psaθín]Ουσιαστικό, ουδέτερο ΠαράδειγμαΜεγεθυντικά: ψάθα, ψαθαρκά. ΣημειώσειςΜεγεθυντικά: ψάθα, ψαθαρκά.