σ̌σ̌ιστάρα
Ουσιαστικό, θηλυκό
Ουσιαστικό, θηλυκό
Βλ. σ̌σ̌ίσταρος.
Παράδειγμα
Αμάνα μου έντα σ̌ιήσταρα είδα προχτές μες το club, έχασα το φως μου λαλώ σου !
Συνώνυμα:
πούτταρος, σ̌σ̌ίστατσος, πούτταρος, σ̌σ̌ίστατσος
Περισσότερα ...
Βλ. σ̌σ̌ίσταρος.
Αμάνα μου έντα σ̌ιήσταρα είδα προχτές μες το club, έχασα το φως μου λαλώ σου !