παμπακόνεος
Ουσιαστικό, αρσενικό

Νεοσύλλεκτος στρατιώτης, παμπάτζ̌ιν.


Παράδειγμα

I FILISOFIA TON PAMPAKONEON EINAI MIA
AN DEN MPORIS NA DERIS KAPOIO
FERNIS TOUS FILOUS SOU NA TO DEROUN

Πηγή: http://forum.stockwatch.com.cy/messageview.cfm?catid=1&threadid=138589&mc=3


Συνώνυμα:

ψάριν, ππουσ̌τόνεο, σουρταλλάς, ψάριν, πουσ̌τόνεο, νέος, σουρταλλάς

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.