κάθουμαι πα στ' αφκιά κάποιου
[ˈkaθume ˈpa‿sta‿ˈfca ˈkapcu]
Φράση
[ˈkaθume ˈpa‿sta‿ˈfca ˈkapcu]
Φράση
Πρήζω κάποιον, τον ζαλίζω με τη γκρίνια, με τις απαιτήσεις και τη μουρμούρα μου.
Περισσότερα ...
Πρήζω κάποιον, τον ζαλίζω με τη γκρίνια, με τις απαιτήσεις και τη μουρμούρα μου.