σπαθάςΟυσιαστικό, αρσενικόΧαρτοπαικτικόΟ άσος σπαθί στην πιλόττα. Παράδειγμα Παρατηρήσεις (γλωσσικές)Πρβ. πικκάς, κουππάς, καράς.