ππούσ̌της
Ουσιαστικό, αρσενικό
Ουσιαστικό, αρσενικό
Ο ομοφυλόφιλος, ο γκέι.
Αυτός που δεν συμπειφέρεται σωστά, που είναι ανέντιμος, παλιάνθρωπος.
Περισσότερα ...
Ο ομοφυλόφιλος, ο γκέι.
Αυτός που δεν συμπειφέρεται σωστά, που είναι ανέντιμος, παλιάνθρωπος.