ρούτολφ
[ˈɾutolf]
Ουσιαστικό, αρσενικό
[ˈɾutolf]
Ουσιαστικό, αρσενικό
Απατημένος ερωτικός σύντροφος, τζ̆ερρατωμένος.
Παράδειγμα
Έκαμεν τον τέλεια ρούτολφ· έν τον χωρεί να ρέξει την πόρταν!
Συνώνυμα:
, τράουλλος,χατζ̆ής
Προέλευση
Ο Rudolph, στα κυπριακά Ρούτολφ, είναι ο κεντρικός χαρακτήρας του χριστουγεννιάτικου παιδικού βιβλίου που δημιουργήθηκε το 1939 από τον Robert Lewis May.
Σημειώσεις
Η πρώτη εμφάνιση του χαρακτήρα το 1939 τον απεικόνιζε χωρίς μεγάλα κέρατα, κάτι που είναι ειρωνικά αντιφατικό με τη σημερινή χρήση του, τόσο στην νεοελληνική αργκό, όσο και στην κυπριακή.