που τον τζ̆αιρόν του Άτσ̆ουτσ̆ου
[pu ton tʃeˈron tu ˈatʃːʰutʃːʰu]
Φράση

Από πολύ παλιά, από τον καιρό του Νώε.


Παραδείγματα


Συνώνυμα:

, που τον τζ̆αιρόν του Κουτσ̆ούκκη

Παρατηρήσεις (γλωσσικές)

Φαίνεται ότι πρόκειται για υπαρκτό πρόσωπο, η πληροφορία όμως δεν επιβεβαιώνεται από επίσημες πηγές.

%ce%b1%cf%84%cf%83%ce%b9%ce%bf%cf%85%cf%84%cf%83%ce%b9%ce%bf%cf%85

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.