βρύιν[vɾíin]Ουσιαστικό, ουδέτεροφρύδιν ΠαράδειγμαΥποκοριστικά: βρυούδιν, βρυούιν. ΣημειώσειςΥποκοριστικά: βρυούδιν, βρυούιν.