κκότσ̌ιν[kʰːótʃʰːin]Ουσιαστικό, ουδέτεροκότσ̌ιν ΠαράδειγμαΣυνήθως στον πληθυντικό. ΣημειώσειςΣυνήθως στον πληθυντικό.