μουζουρής[muzːuɾís]Επίθετο, Τριγενέςμούζουρος ΠαράδειγμαΥποκοριστικά: μουζουρούδα, μουζουρούα. ΣημειώσειςΥποκοριστικά: μουζουρούδα, μουζουρούα.