σ̌ηράτος
[ʃiɾátos]

Επίθετο, Διγενές


Παράδειγμα

Υποκοριστικά: σ̌ηρατού, σ̌ηρατούιν.

Σημειώσεις

Υποκοριστικά: σ̌ηρατού, σ̌ηρατούιν.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.