τζ̌υπαρίσσιν
[tʃipaɾísːin]

Ουσιαστικό, ουδέτερο


Παράδειγμα

Υποκοριστικά: τζ̌υπαρισσούδιν, τζ̌υπαρισσούιν. Μεγεθυντικά: τζ̌υπάρισσος.

Σημειώσεις

Υποκοριστικά: τζ̌υπαρισσούδιν, τζ̌υπαρισσούιν. Μεγεθυντικά: τζ̌υπάρισσος.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.