τσαρτέλλα[tsʰːaɾ̥télːa]Ουσιαστικό, θηλυκό ΠαράδειγμαΥποκοριστικά: τσαρτελλού, τσαρτελλούα. ΣημειώσειςΥποκοριστικά: τσαρτελλού, τσαρτελλούα.