φρύδιν
[fɾíðin]
Ουσιαστικό, ουδέτερο
[fɾíðin]
Ουσιαστικό, ουδέτερο
Παράδειγμα
Υποκοριστικά: φρυδούιν, φρυούιν. Μεγεθυντικά: φρύδος.
Σημειώσεις
Υποκοριστικά: φρυδούιν, φρυούιν. Μεγεθυντικά: φρύδος.
Περισσότερα ...
Υποκοριστικά: φρυδούιν, φρυούιν. Μεγεθυντικά: φρύδος.
Υποκοριστικά: φρυδούιν, φρυούιν. Μεγεθυντικά: φρύδος.