βουννώ την (κάποιας)
Φράση
Φράση
Γαμώ, (της) ρίχνω έναν.
Παράδειγμα
Ρε μαλάκα, εγάμησες την τζ̌είνη που φκαίννεις εδώ τζ̌' ένα μήνα; Όι ρε φίλε, ακόμα να μου κάτσει, αλλά πόψε εννά της την βουννίσω, εν πάι άλλο.
Συνώνυμα:
φουρνίζω τον (κάποιας), φουρνίζω τον (κάποιας)
Παρατηρήσεις (γλωσσικές)
Κυριολεκτικά, το ρήμα βουννώ σημαίνει 'ρίχνω, εκσφενδονίζω', ενώ η έκφραση βουννώ την (κάποιας) χρησιμοποιείται κυρίως από άντρες.
εφουρνισα της τον
!!!