γαουρόπατσοςΟυσιαστικό, αρσενικόΜεγάλο χτύπημα, σφαλιάρα με τα όλα της. ΠαραδείγματαLV είναι ένας γαουρόπατσος στα μούτρα όσων μας περιμένουν να σοβαρευτούμε. Γκέλφε – Ανόρθωση 4-0: Γερός «γαουρόπατσος» από τους Σουηδούς. Ίσως τελικά αυτός ο γαουρόπατσος που φάγαμε από τους κούλλουφους να μας ωφελέσει.