διακόφκω
Ρήμα
Ρήμα
Παρατηρήσεις (γλωσσικές)
Όταν η μηχανή ενός οχήματος "διακόφκει", δουλεύει στην ψηλότερη ταχύτητα και ο ήχος της ακούγεται πολύ δυνατά, εκκωφαντικά.
Περισσότερα ...
Όταν η μηχανή ενός οχήματος "διακόφκει", δουλεύει στην ψηλότερη ταχύτητα και ο ήχος της ακούγεται πολύ δυνατά, εκκωφαντικά.