φκαίννω που μέσα
Φράση
Φράση
Βγάζω άκρη, ξεκαθαρίζω μία απορία, λύνω ένα ζήτημα.
Παραδείγματα
Εν με θωρώ να πιάννω πτυχίο, τα μαθήματα εν δύσκολα τζ̌αι η ύλη εν πάρα πολλή, εν φκαίννω που μέσα!
Με το να ρίχνει το φταίξιμο τζ̌είνος της γενέκας του τζ̌αι αναποδα, έθθα φκουν που μέσα.