κκελλέΟυσιαστικό, θηλυκόΚεφάλι. ΠροέλευσηΑπό το τουρκ. kelle 'κεφάλι'. Παρατηρήσεις (γλωσσικές)Η λέξη δεν ανήκει στο λεξιλόγιο της αργκό, συμμετέχει όμως σε φράσεις που συμπεριλαμβάνονται σε αυτό.