κοφτάρω
Ρήμα

Νευριάζω, κάνω μούτρα.


Παραδείγματα

Βγαίνω συχνά με την αρφή μου, αλλά όταν με ρωτούν αν είναι κοπέλλα μου κοφτάρω!


κοφτάρω



Συνώνυμα:

, αγγρίζουμαι

Προέλευση

Το ρήμα κοφτάρω σχετίζεται με τους κόφτες που αναγκάζουν ένα όχημα να μένει σε συγκεκριμένη ταχύτητα και να «μουγκρίζει» όταν πατάμε το γκάζι, σαν να συγκρατεί μετά βίας το θυμό του.

Παρατηρήσεις (γλωσσικές)

Από το κοφτάρω παράγεται και το επίθετο κόφτας 'θυμωμένος΄, που χρησιμοποιείται στην κυπριακή αργκό. Αντίστοιχο στην ελληνική αργκό είναι ο φορτωμένος, που χρησιμοποιείται μερικές φορές και στην κυπριακή.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.