κωλώννω
Ρήμα
Ρήμα
Διστάζω, δεν έχω το θάρρος να δράσω.
Παραδείγματα
Θέλω να πάω να της μιλήσω αλλά κωλώννω, νομίζω ότι εννα με απορρίψει!
Μεν κωλώνεις να μιλήσεις μπροστά σε κόσμο, κανένας εν θα σε μειώσει!
Προέλευση
κωλώνω < κώλος + ώνω
Περισσότερα ...
Διστάζω, δεν έχω το θάρρος να δράσω.
Θέλω να πάω να της μιλήσω αλλά κωλώννω, νομίζω ότι εννα με απορρίψει!
Μεν κωλώνεις να μιλήσεις μπροστά σε κόσμο, κανένας εν θα σε μειώσει!
κωλώνω < κώλος + ώνω