κότσιρος (2)
Ουσιαστικό, διγενές
Ουσιαστικό, διγενές
Το πιτσιρίκι, ιδιαίτερα όταν είναι αναιδές και μας εκνευρίζει.
Παραδείγματα
Είδες ο κότσιρος, έσ̌ει μου τζ̆αι γκόμενα, δέκα χρονών εν έγινεν ακόμα.
Περισσότερα ...
Το πιτσιρίκι, ιδιαίτερα όταν είναι αναιδές και μας εκνευρίζει.
Είδες ο κότσιρος, έσ̌ει μου τζ̆αι γκόμενα, δέκα χρονών εν έγινεν ακόμα.