λαλλαροπυρά
Ουσιαστικό, θηλυκό



Υπερβολική ζέστη, καύσωνας που δεν αντέχεται.


Παραδείγματα

Μα τι λαλλαροπυρά εν τούτη σήμερα , εν μπορούμε να κυκλοφορήσουμε που τον ήλιο που έσ̌ιει !


Εν μπορώ έσκασα εν λαλλαροπυρά!


Πόσην ώρα να αντέξεις να δουλέυκεις μες τη λαλλαροπυρά, εν να πάθεις καμιάν ηλίαση!


download (3)   images (3)


Συνώνυμα:

βλάγκα, κώλος της πυράς, πύρουλλος, βλάγκα, κώλος της πυράς, πύρουλλος

Προέλευση

Επιτατικός σχηματισμός, από το πυρά "φωτιά, ζέστη" και το λάλλαρος "πολλή ζέστη, καύσωνας".

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.