μαλαχτός
Επίθετο



Αυτός που είναι συγκαταβατικός και δεν φέρνει αντιρρήσεις.


Παραδείγματα

Εν έτσι μαλαχτός, τζ̌αι τούτη κάμνει τον ό,τι θέλει!


Εν μαλαχτό πλάσμα εν θα σου αρνηθεί ό,τι τζ̌αι να του ζητήσεις.


Εν μου εδημιούργησεν ποτέ πρόβλημα εν έτσι μαλαχτός.


cotton

Φράσεις

  • Εν μαλαχτόν πλάσμαν!

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.