μπανανόροτσος
Ουσιαστικό, αρσενικό

  1. Η κυπριακή Δημοκρατία, όταν θέλουμε να αναφερθούμε σε αυτήν υποτιμητικά για να δείξουμε ότι την θεωρούμε υπανάπτυκτη.


Παραδείγματα


Προέλευση

Από τις λέξεις μπανάνα και ρότσος «μεγάλος βράχος».

Παρατηρήσεις (γλωσσικές)

Αντίστοιχο με το νεοελληνικό Μπανανία.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.