νέφτιν στον κώλονΦράσηΑιτία για να αρχίσει κανείς να τρέχει κανείς πολύ γρήγορα ή τουλάχιστον να κινείται βιαστικά. ΠαράδειγμαΕίντα βιάζεσαι ρε, παντώς τζ̌αι εβάλαν σου νέφτι στον κώλο; Παρατηρήσεις (γλωσσικές)Η ίδια έκφραση υπάρχει και στην κοινή νεοελληνική.