νυχτοπάππαρος
Ουσιαστικό, αρσενικό
Ουσιαστικό, αρσενικό
Αυτός που δεν κοιμάται νωρίς, ο ξενύχτης.
Παραδείγματα
Ρε, ππέσε να τζ̌οιμηθείς μια φορά νωρίς, μεν είσαι νυχτοπάππαρος.
Περισσότερα ...
Αυτός που δεν κοιμάται νωρίς, ο ξενύχτης.
Ρε, ππέσε να τζ̌οιμηθείς μια φορά νωρίς, μεν είσαι νυχτοπάππαρος.