ξανθήΟυσιαστικό, θηλυκόΚοινή αργκόΣεξιστικόΧαρακτηρισμός προσώπουΑνόητη, γυναίκα που δεν καταλαβαίνει με την πρώτη. Παράδειγμα Παρατηρήσεις (γλωσσικές)Δάνειο από το νεοελληνικό ξανθιά.