πουττόπιστος
Ουσιαστικό, αρσενικό

Αυτός που κάνει τα πάντα για τις γυναίκες, o μουνόδουλος.


Παραδείγματα

Όχι να με πει και πουττόπιστο, επειδή έκαμα την εργασία της Μαρίας στη φυσική!



Συνώνυμα:

πουττοκνήστης, πουττοκνήστης

Προέλευση

Σύνθετο, από τις λέξεις 'πούττος' και 'πιστός'.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.