Αυτός που καταντάει ενοχλητικός με τη συμπεριφορά του.


Παράδειγμα

Σταμάτα να μιλάς, εκούρασες με, είσαι πολλά πρήχτης.

Φράσεις

  • Έπρισσες μας τα.
  • Τα πρήζω σε κάποιον.
  • Πρήζω το συκώτι.
  • Πρήζω τ'αρχίδια.

Προέλευση

Δάνειο (;) από το νεοελληνικό πρήχτης.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.