πρησμένος
Μετοχή

Υπερβολικά γυμνασμένος, φουσκωτός.


Παράδειγμα

Δε ίντα πρησμένος εν τούτος, αλόπος εν φέφκει που το γυμναστήριο.

download


Συνώνυμα:

, φουσκωτός

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.