πύρουλλος
Ουσιαστικό, αρσενικό

Αφόρητη ζέστη, καύσωνας.


Παράδειγμα

Σήμερα η θερμοκρασία εκούπησε τους 40 βαθμούς, εν πολλά πύρουλλος!


Συνώνυμα:

κώλος της πυράς, λαλλαροπυρά, λαλλάρα, βλάγκα, κώλος της πυράς, λαλλαροπυρά, λαλλάρα

Αντώνυμα:

, σιόνι

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.