σπαρκωμένος
Επίθετο
Επίθετο
Αυτός που είναι σεξουαλικά στερημένος.
Παράδειγμα
Εν τέλεια σπαρκωμένος τούτος, όποιαν δει λυσ̌σ̌ιά πάνω της.
Περισσότερα ...
Αυτός που είναι σεξουαλικά στερημένος.
Εν τέλεια σπαρκωμένος τούτος, όποιαν δει λυσ̌σ̌ιά πάνω της.