τραμπάρω
Ρήμα

Παρατηρήσεις (γλωσσικές)

Μεγαλύτεροι σε ηλικία ομιλητές θεωρούν ότι το τραμπάρω σημαίνει αποκλειστικά "ανταλάσσω, κάνω τράμπα". Φαίνεται ότι η σημασία "παίρνω κάτι μικρής αξίας χωρίς να το πληρώσω" προστέθηκε αργότερα, ενώ σήμερα το ίδιο ρήμα στη νεανική γλώσσα να μπορεί να σημαίνει ακόμη και "αγγαρεύω κάποιον για να γλιτώσω χρήμα ή κόπο": ...αν τούτο ούλλο το παναύριν κάμνεις το σπίτι σου τραμπάρεις και τις θείες, ξαδέρφες και λοιπά να έρτουν να μαειρέψετε.


Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

2 σκέψεις για “τραμπάρω