τσ̆όφτας
Ουσιαστικό, αρσενικό

Αυτός που λέει τσ̆όφτες, ανοησίες που δεν έχουν βάση και συνεπώς δεν είναι αξιόπιστος.

Γράψτε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.