έναν καρατέλλονδημιουργήθηκε από makats (τροποποιήθηκε 29 Φεβρουαρίου 2016) Ένα σωρό, μία τεράστια ποσότητα. Κοινή αργκό
έναν μέτρον με τα σ̆έρκα στην ανάτασηνδημιουργήθηκε από mymaria (τροποποιήθηκε 17 Ιουνίου 2016) Πολύ κοντός. ΕιρωνικόΜειωτικόΧαρακτηρισμός προσώπου
έναν σ̌σ̌ίστονδημιουργήθηκε από makats (τροποποιήθηκε 3 Μαρτίου 2016) Πολύ μεγάλη ποσότητα. Νεανική γλώσσαΝεολογισμόςΣεξουαλικό