μουτσ̌οβίλλης
δημιουργήθηκε από cloizo07 (τροποποιήθηκε 23 Δεκεμβρίου 2015)Μαλάκας, άχρηστος, αυτός που όλη μέρα παίζει το πουλί του.
μουτσ̌οπαίχτης
δημιουργήθηκε από cloizo07 (τροποποιήθηκε 23 Δεκεμβρίου 2015)Αυτός που δεν είναι ικανός παρά να παίζει το πουλί του, ο μαλάκας.
μούτσ̌ος
δημιουργήθηκε από makats (τροποποιήθηκε 5 Απριλίου 2016)Μαλακία, αυνανισμός.
Δείτε ακόμη 1 ορισμό ...
μουτσ̆όσπυρο
δημιουργήθηκε από makats (τροποποιήθηκε 22 Αυγούστου 2016)Το σπυράκι της ακμής που έχει ένας έφηβος, το καβλόσπυρο, του οποίου η εμφάνιση αποδίδεται στον μούτσ̆ον.
μουτσ̌οσφύρης
δημιουργήθηκε από mariosIX (τροποποιήθηκε 13 Ιουνίου 2016)Αυτός που είναι εντελώς μαλάκας, τόσο που τον παίζει πάνω-κάτω σαν σφυρί αντί οριζόντια, όπως όλος ο κόσμος.
Δείτε ακόμη 1 ορισμό ...