τάντζ̆ηςδημιουργήθηκε από chalkaszacharias (τροποποιήθηκε 30 Ιανουαρίου 2016) Αυτός που είναι πενταβρόμικος, αηδιαστικά λερωμένος, λιγδιάρης. Κοινή αργκόΜειωτικόΣτρατιωτικόΧαρακτηρισμός προσώπου